Η πολιτική μάχη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης

Του Γιάννη Σπ. Γιαννόπουλου
Ηλεκτρολόγου Μηχανικού
Υποψ. Βουλευτή Αρκαδίας

Τρίτη, 9/7/2002

Οι δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές του Οκτώβρη έχουν ιδιαίτερο πολιτικό βάρος, όχι όμως σαν μια ακόμα δημοσκόπηση, αλλά γιατί υπάρχει πλέον η τετράχρονη εμπειρία από τη λειτουργία και την αποτελεσματικότητα της νέας διοικητικής δομής. Το ζητούμενο από τις εκλογές αυτές δέν είναι το χρώμα του εκλογικού χάρτη που θα παρουσιάσουν τα κανάλια, αλλά η εκλογή νομαρχιακών και δημοτικών αρχών που θα δώσουν νέα πνοή στην ανάπτυξη της περιφέρειας, κάνοντας έναν ειλικρινή απολογισμό της πρώτης τετραετίας, επισημαίνοντας τις αδυναμίες, προτείνοντας και διεκδικώντας λύσεις και προγραμματίζοντας ρεαλιστικές και σωστά σχεδιασμένες κινήσεις για τη νέα τετραετία.

Για το ΠΑΣΟΚ η αποκέντρωση αποτέλεσε θεμέλιο λίθο της πολιτικής του, και σε επίπεδο προγραμματικών διακηρύξεων ήδη από την ίδρυσή του, και σε νομοθετικό επίπεδο με την εισαγωγή της νέας διοικητικής δομής, αλλά και σε πολιτικό επίπεδο με τη στήριξη των προγραμμάτων νομαρχών και δημάρχων που μπορεί και να μήν ανήκαν στο χώρο του, αλλά ασπάστηκαν και υλοποίησαν την αντίληψή του για την τοπική αυτοδιοίκηση ως κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης της περιφέρειας.

Για τη Νέα Δημοκρατία αντίθετα -που δέν αμφισβήτησε ποτέ τις δυνατότητες των νέων θεσμών αποδεχόμενη την ηγεμονία των προοδευτικών αντιλήψεων για την αυτοδιοίκηση- οι δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές αποτελούσαν πάντα μια ακόμα μέτρηση των δυνάμεων και της επιρροής της, χωρίς συνέχεια. Ολα τα προβλήματα ανάγονται στην κεντρική διοίκηση και ακόμα και δήμαρχοι που ανήκαν στο χώρο της δέν είχαν την πολιτική στήριξη ώστε να παρουσιάσουν έργο. Γιατί ένας πλούσιος απολογισμός θα πιστωνόταν και στην κυβέρνηση, πράγμα που θα εμπόδιζε τον κεντρικό πολιτικό της στόχο. Ως αποτέλεσμα, οι δήμοι που εξέλεξαν συντηρητικούς δημάρχους περιορίστηκαν -στη μεγάλη τους πλειοψηφία- σε πολιτικές ισορροπιών, σε διεκδικητικές πρωτοβουλίες ή σε αποσπασματική αντιμετώπιση τοπικών προβλημάτων ορισμένων δημοτών.

Η εμπειρία από συγκεκριμένους δήμους του νομού μας αποδεικνύει ότι οι νέοι δήμοι μπορούν πράγματι να συμβάλουν αποφασιστικά στην ανάπτυξη, την πρόοδο και οικονομική αναβάθμιση της κάθε μικρής ή μεγάλης τοπικής κοινωνίας της Αρκαδίας, εφόσον βέβαια παρέχονται και τα απαραίτητα μέσα (οικονομικοί πόροι, προσωπικό, αρμοδιότητες). Εκεί πρέπει λοιπόν να επικεντρώσουμε τις δραστηριότητές μας ενόψει των εκλογών, γιατί έτσι εξειδικεύεται η πολιτική των προοδευτικών δυνάμεων στην περιφέρεια. Στο στόχο αυτό πρέπει να στρατεύσουμε τις δυνάμεις μας και να προκρίνουμε και τα πρόσωπα που θα κληθούν να υλοποιήσουν την πολιτική αυτή.

Η εμπειρία των προηγούμενων εκλογών έδειξε ότι η υποτιθέμενη «αποκομματικοποίηση» των εκλογών με τη μή υπόδειξη υποψηφίων από το ΠΑΣΟΚ, οδήγησε στην αποπολιτικοποίηση και την προσωποποίηση των εκλογών. Η επικράτηση των τοπικιστικών ή και προσωπικών αντιθέσεων έβλαψε το στόχο της περιφερειακής ανάπτυξης. Εξυπηρέτησε τις επιδιώξεις της αντιπολίτευσης, που συσπειρώνεται σε έναν υποψήφιο, ώστε να πετύχει τον κεντρικό πολιτικό της στόχο.

Η δημοκρατική παράταξη, με τον πλουραλισμό και την πολυφωνία που την διακρίνει, ιδιαίτερα σήμερα που ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός δέν θεωρείται απαραίτητος και οι κομματικές διαδικασίες υπολειτουργούν, έχει παγιδευτεί σε διλήμματα που αποδυναμώνουν την αποτελεσματικότητά της. Οι πολιτικοί φορείς, τα κόμματα και οι παρατάξεις που δρουν μέσα στην κοινωνία πρέπει δημοκρατικά να υποδεικνύουν και τα πρόσωπα που θεωρούν ως τα καταλληλότερα να αναλάβουν το βάρος της υλοποίησης της πολιτικής τους. Η ενιαία έκφραση δέν είναι πάντα εφικτή, αλλά η δημοκρατική διαδικασία εξασφαλίζει τη συνοχή και τη συνέχεια του πολιτικού φορέα και των αντιλήψεων που εκφράζει.

Γιατί η κοινωνία οργανώνεται σε συλλογικότητες και πρέπει οι απόψεις να συγκλίνουν πάνω σε κυρίαρχα ζητήματα. Τα κόμματα και οι παρατάξεις είναι θεσμοί της κοινωνίας που εκφράζουν αυτή τη σύγκλιση και εξασφαλίζουν τη συλλογική δράση και την αποτελεσματικότητα. Πρέπει και η δημοτική πλειοψηφία να είναι αποτέλεσμα αυτής της συλλογικής έκφρασης των απόψεων για την πορεία του δήμου και όχι προσωπικών συμφωνιών και αντιθέσεων ή αντιπαθειών. Αλλιώς πώς θα παρουσιάσει έργο ο δήμαρχος όταν το δημοτικό συμβούλιο θα είναι κατακερματισμένο και εχθρικό ή δέν θα συνεδριάζει καθόλου; Πώς θα υλοποιηθεί η ανάπτυξη της περιοχής, χωρίς τη στήριξη της πλειοψηφίας των δημοτών; Την αδράνεια και τη στασιμότητα δέν θα τη χρεωθεί προσωπικά ο δήμαρχος ή ο νομάρχης, αλλά η δημοκρατική παράταξη που πιστεύει και επενδύει στην τοπική αυτοδιοίκηση. Τις προσωπικές φιλοδοξίες και αντιθέσεις των τοπικών παραγόντων θα τις πληρώσουν οι δημότες, που θα δουν μια τετραετία να περνά αναξιοποίητη.

Το ΠΑΣΟΚ με την πρόσφατη συνδιάσκεψή του ανανέωσε την εμπιστοσύνη του στη συλλογικότητα και καταδίκασε τις προσωπικές πολιτικές. Αλλά και οι τοπικές κοινωνίες φαίνεται ότι θα αναδείξουν λιγότερα σε αριθμό, μαζικότερα και πιο ισχυρά ψηφοδέλτια σε σχέση με το '98. Πρέπει και οι υποψήφιοι να καταρτίσουν ψηφοδέλτια με κριτήρια τις διοικητικές ικανότητες, τις επιστημονικές γνώσεις, την γνώση των ιδιαιτεροτήτων της κάθε περιοχής και την αξιοπιστία και ακεραιότητα των προσώπων. Πρέπει να παρουσιάσουν προγράμματα ανάπτυξης και αξιοποίησης της περιοχής, με ρεαλιστικές μελέτες και μακροχρόνιο ορίζοντα.

Οι δημότες δέν θα θυσιάσουν την ψήφο τους σε αντιπολιτευτικές σκοπιμότητες, αλλά θα προσέλθουν στις κάλπες πιο ώριμοι και πιο απαιτητικοί, με την προσδοκία ότι οι εκπρόσωποί τους θα διαπνέονται από την ίδια αγάπη προς την ιδιαίτερη πατρίδα τους, ώστε να βάζουν το συλλογικό καλό πάνω από τις ατομικές τους φιλοδοξίες. Η στάση όλων μας πρέπει να είναι αντάξια των προσδοκιών τους. Γιατί η απαξίωση της πολιτικής και η αποχή από τα κοινά δέν είναι ευθύνη κάποιων άλλων, απρόσωπων. Εμείς οι ίδιοι πρέπει με την πολιτική μας παρουσία και πρακτική να αποδεικνύουμε ότι η ψήφος δέν είναι μέσο για την ικανοποίηση προσωπικών φιλοδοξιών, αλλά αποτελεί δέσμευση για την εξυπηρέτηση του κοινού συμφέροντος.